Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πασχίσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πασχίζω
  2. θα πασχίσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πασχίζω