Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρακινδυνεύω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρακινδυνεύω
<
αρχαία ελληνική
παρακινδυνεύω
Ρήμα
επεξεργασία
παρακινδυνεύω
(
λόγιο
)
ριψοκινδυνεύω
Συγγενικά
επεξεργασία
παρακινδύνευση
/
παρακινδύνευσις
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρακινδυνεύω
→
δείτε
τη λέξη
ριψοκινδυνεύω