παρακινδυνευτικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
παρακινδυνευτικά < παρακινδυνευτικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
παρακινδυνευτικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
παρακινδυνευτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
παρακινδυνευτικά