Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

παράπονον < παραπον(ῶ) + -ον (αναδρομικός σχηματισμός)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παράπονον ουδέτερο

  1. παράπονο
  2. (μεταφορικά) πλήγμα, πόνος

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία