Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πανουκλιάζω < πανούκλα + -ιάζω

  Ρήμα επεξεργασία

πανουκλιάζω

Κακό χρόνο να'χει! Να πανουκλιάσει!

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία