Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα πανικά
      γενική των πανικών
    αιτιατική τα πανικά
     κλητική πανικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

πανικά < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πανικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • πανιά, πχ πετσέτες της κουζίνας

  Μεταφράσεις επεξεργασία