Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

πέτρη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πέτρη, -ης θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία