πάλεμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | πάλεμα | τα | παλέματα |
γενική | του | παλέματος | των | παλεμάτων |
αιτιατική | το | πάλεμα | τα | παλέματα |
κλητική | πάλεμα | παλέματα | ||
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πάλεμα ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
πάλεμα
|