Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

πάγχρηστος < πάγ- + χρηστός

  Επίθετο επεξεργασία

πάγχρηστος

  • που είναι χρήσιμος για τα πάντα

Αντώνυμα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία