Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οὐσιαστικός < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο επεξεργασία

οὐσιαστικός

  1. → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Σημειώσεις επεξεργασία

  • η λέξη έχει βρεθεί σε κείμενο της μεταγενέστερης ελληνικής αλλά η σημασία της παραμένει αμφίβολη