Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οφέτος < εφέτος < επί + έτος (αυτό το έτος που διανύουμε)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /oˈfe.tos/

  Επίρρημα επεξεργασία

οφέτος