Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ουμανιστής οι ουμανιστές
      γενική του ουμανιστή των ουμανιστών
    αιτιατική τον ουμανιστή τους ουμανιστές
     κλητική ουμανιστή ουμανιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ουμανιστής < γαλλική humaniste[1] [2] < λατινική homo

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ουμανιστής αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  1. ουμανιστήςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. ουμανιστής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας