Δείτε επίσης: Κατηγορία:Ουζμπεκική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα ουζμπεκικά
      γενική των ουζμπεκικών
    αιτιατική τα ουζμπεκικά
     κλητική ουζμπεκικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ουζμπεκικά < ουδέτερο του επιθέτου ουζμπεκικός, στον πληθυντικό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ουζμπεκικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία