ορκωτά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
ορκωτά
Μεταφράσεις επεξεργασία
ορκωτά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ορκωτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ορκωτός