Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεχειμαδιό
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ξεχειμαδι
ό
τα
ξεχειμαδι
ά
γενική
του
ξεχειμαδι
ού
των
ξεχειμαδι
ών
αιτιατική
το
ξεχειμαδι
ό
τα
ξεχειμαδι
ά
κλητική
ξεχειμαδι
ό
ξεχειμαδι
ά
Κατηγορία
όπως «
βουνό
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξεχειμαδιό
<
ξεχειμ(άζω)
+
-αδιό
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξεχειμαδιό
ουδέτερο
το
μέρος
όπου
ξεχειμάζουν
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεχειμαδιό