ξεροβούνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ξεροβούνι | τα | ξεροβούνια |
γενική | του | ξεροβουνιού | των | ξεροβουνιών |
αιτιατική | το | ξεροβούνι | τα | ξεροβούνια |
κλητική | ξεροβούνι | ξεροβούνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kse.ɾoˈvu.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ξε‐ρο‐βού‐νι
Ουσιαστικό επεξεργασία
ξεροβούνι ουδέτερο
- βουνό χωρίς σχεδόν καθόλου βλάστηση
Συγγενικά επεξεργασία
- Ξεροβούνι (τοπωνύμιο)
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ξεροβούνι
|