Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

νισεστέ ουδέτερο στην ονομαστική και αιτιατική ενικού

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

νισεστέ αρσενικό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. προφορικά, ως ουδέτερο στο διαδίκτυο (περίοδος: 2020)