Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ναρκοθέτησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
ναρκοθέτησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
ναρκοθετώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
ναρκοθετώ