Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

μυριστείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μυρίζομαι
  2. θα μυριστείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μυρίζομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος μυρίζομαι