μυδοκαλλιέργεια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μυδοκαλλιέργεια < μύδ(ι) + -ο- + -καλλιέργεια
Ουσιαστικό επεξεργασία
μυδοκαλλιέργεια θηλυκό
- η εκτροφή μυδιών σε ειδικούς χώρους με σκοπό την εμπορία τους
- ※ Η μυδοκαλλιέργεια μόνο στη Θεσσαλονίκη και την Πιερία απασχολεί πάνω από 2.500 εργαζόμενους. Οι αναμισθώσεις χώρων για μυδοκαλλιέργεια, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν περιβαλλοντικές άδειες, είναι ζήτημα που καίει τους Έλληνες μυδοκαλλιεργητές. (*)
Συγγενικά επεξεργασία
- μυδοκαλλιεργητής
- → δείτε τις λέξεις μύδι και καλλιέργεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
μυδοκαλλιέργεια
|