μεγαλουργά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
μεγαλουργά < μεγαλουργός
Επίρρημα επεξεργασία
μεγαλουργά
- με μεγαλουργία, με θαυμαστό τρόπο (όχι ιδιαίτερα δόκιμο επίρρημα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
μεγαλουργά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
μεγαλουργά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μεγαλουργό