Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μαχήτρια οι μαχήτριες
      γενική της μαχήτριας των μαχητριών
    αιτιατική τη μαχήτρια τις μαχήτριες
     κλητική μαχήτρια μαχήτριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μαχήτρια < μαχητής + -τρια

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μαχήτρια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία