Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα μακαρόνια
      γενική των μακαρονιών
    αιτιατική τα μακαρόνια
     κλητική μακαρόνια
Οι καταλήξεις -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μακαρόνια → δείτε τη λέξη μακαρόνι
 
ένα πιάτο μαγειρεμένα μακαρόνια με σάλτσα τομάτας και τυρί

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ma.kaˈɾo.ɲa/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μακαρόνια ουδέτερο στον πληθυντικό

  1. (γαστρονομία) φαγητό με μακαρόνια, ίσως συνοδευμένα από κάτι άλλο που δηλώνεται ως προσδιοριστικό ή μαγειρεμένα με ιδιαίτερο τρόπο
    έχουμε σήμερα μακαρόνια με κιμά
  2. ένα πιάτο με αυτό με το φαγητό

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

μακαρόνια ουδέτερο