κωδόνιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κωδόνιο < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /koˈðo.ni.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κω‐δό‐νι‐ο
Ουσιαστικό επεξεργασία
κωδόνιο ουδέτερο
- το κωδικόνιο
Μεταφράσεις επεξεργασία
κωδόνιο
→ δείτε τη λέξη κωδικόνιο |