Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κυττοκίνη οι κυττοκίνες
      γενική της κυττοκίνης των κυττοκινών
    αιτιατική την κυττοκίνη τις κυττοκίνες
     κλητική κυττοκίνη κυττοκίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

κυττοκίνη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κυττοκίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία