Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κυδαίνω < κῦδος

  Ρήμα επεξεργασία

κυδαίνω

  1. δοξάζω, τιμώ
  2. ευχαριστώ κάποιον τιμώντας τον
  3. κολακεύω (σπάνια, με κακή σημασία)

  Αναφορές επεξεργασία

  • Henry Liddell - Robert Scott, A Greek English Lexicon, 7th Edition, 1883, σελίδα 854