Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κουτορνίθι τα κουτορνίθια
      γενική του κουτορνιθιού των κουτορνιθιών
    αιτιατική το κουτορνίθι τα κουτορνίθια
     κλητική κουτορνίθι κουτορνίθια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

κουτορνίθι < κουτό (κουτός) ορνίθι (υποκοριστικό του όρνιθα)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κουτορνίθι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία