κορφοβούνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κορφοβούνι | τα | κορφοβούνια |
γενική | του | κορφοβουνιού | των | κορφοβουνιών |
αιτιατική | το | κορφοβούνι | τα | κορφοβούνια |
κλητική | κορφοβούνι | κορφοβούνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
κορφοβούνι ουδέτερο
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη βουνοκορφή
Αντώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη βουνοκορφή
Μεταφράσεις επεξεργασία
κορφοβούνι
|