κλωσοπουλάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κλωσοπουλάκι | τα | κλωσοπουλάκια |
γενική | του | κλωσοπουλακιού | των | κλωσοπουλακιών |
αιτιατική | το | κλωσοπουλάκι | τα | κλωσοπουλάκια |
κλητική | κλωσοπουλάκι | κλωσοπουλάκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- κλωσοπουλάκι < κλωσόπουλο + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
κλωσοπουλάκι ουδέτερο
Άλλες μορφές επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη κλωσόπουλο
Μεταφράσεις επεξεργασία
κλωσοπουλάκι
|