Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

κεντρίσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κεντρίζω
  2. θα κεντρίσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κεντρίζω