Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

κατοικίσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατοικίζω
  2. θα κατοικίσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατοικίζω