Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατάλαβε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
κατάλαβε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
καταλαβαίνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
καταλαβαίνω