Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καπναποθήκη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
καπναποθήκ
η
οι
καπναποθήκ
ες
γενική
της
καπναποθήκ
ης
των
καπναποθηκ
ών
αιτιατική
την
καπναποθήκ
η
τις
καπναποθήκ
ες
κλητική
καπναποθήκ
η
καπναποθήκ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
καπναποθήκη
στη Ναζαρέτ (1940)
Ετυμολογία
επεξεργασία
καπναποθήκη
<
καπνά
+
αποθήκη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καπναποθήκη
θηλυκό
αποθήκη
φύλαξης καπνών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καπναποθήκη