καλαμοσάκχαρο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- καλαμοσάκχαρο < καλάμ(ι) + -ο- + σάκχαρο(ν)
Ουσιαστικό επεξεργασία
καλαμοσάκχαρο ουδέτερο
- ζάχαρη που παράγεται με επεξεργασία του σακχαροκάλαμου
Μεταφράσεις επεξεργασία
καλαμοσάκχαρο
|