Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καδράρισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
καδράρισμα
τα
καδραρίσμα
τ
α
γενική
του
καδραρίσμα
τ
ος
των
καδραρισμά
τ
ων
αιτιατική
το
καδράρισμα
τα
καδραρίσμα
τ
α
κλητική
καδράρισμα
καδραρίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
καδράρισμα
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καδράρισμα
ουδέτερο
o
ορισμός
διάταξης θέματος και ορίων σε πίνακα (
ζωγραφική
,
σινεμά
,
φωτογραφία
)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καδράρισμα
γαλλικά
:
cadrage
(fr)