Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

καβγαδίσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καβγαδίζω
  2. θα καβγαδίσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καβγαδίζω