ιπποσκευή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ιπποσκευή θηλυκό
- το σύνολο των εξαρτημάτων που χρειάζονται για το καβαλίκεμα ενός αλόγου
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ιπποσκευή
|