ζοχαδιασμένα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ζοχαδιασμένα < ζοχαδιασμένος
Επίρρημα επεξεργασία
ζοχαδιασμένα
Μεταφράσεις επεξεργασία
ζοχαδιασμένα
→ δείτε τη λέξη εκνευρισμένα |
ζοχαδιασμένα
→ δείτε τη λέξη εκνευρισμένα |