Δείτε επίσης: Ζουρνατζής

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζουρνατζής οι ζουρνατζήδες
      γενική του ζουρνατζή των ζουρνατζήδων
    αιτιατική τον ζουρνατζή τους ζουρνατζήδες
     κλητική ζουρνατζή ζουρνατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζουρνατζής < (άμεσο δάνειο) τουρκική zurnacı + [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /zuɾ.naˈd͡zis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζουρ‐να‐τζής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζουρνατζής αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία