Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ζεστάνεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ζεσταίνω
  2. θα ζεστάνεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ζεσταίνω