ζίζιρος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ζίζιρος < ονοματοποίηση από τον ήχο που κάνει ο τζίτζικας "ζι-ζι-ζι"
Ουσιαστικό επεξεργασία
ζίζιρος αρσενικό (κυπριακά)
- ο τζίτζικας
- παραδοσιακό παιγνίδι
Μεταφράσεις επεξεργασία
ζίζιρος
|