ζάχαρις
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ζάχαρις < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή σάκχαρις
Ουσιαστικό επεξεργασία
ζάχαρις θηλυκό
- άλλη μορφή του ζάχαρη
- ※ Καὶ ἀπ' αὐτοῦ ἦλθεν εἰς ἕναν κάμπον πλατύν, καὶ εἰς τὴν ἄκραν τοῦ κάμπου ἦτον λίμνη κρύα, ὥσπερ τοῦ χειμῶνος τὸν πάγον, καὶ τὸ νερόν της ἦτο γλυκὺ ὡσὰν ζάχαριν. (Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου, Recensio F, 166, 4)
Πηγές επεξεργασία
- ζάχαρις - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].