Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευ ζην
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευ ζην
<
αρχαία ελληνική
εὖ ζῆν
<
εὖ
+
ζῆν
Έκφραση
επεξεργασία
ευ ζην
(
λόγιο
) η
ευζωία
, η
ευδαιμονία
※
στους γονείς μου οφείλω το
ζην
και στο δάσκαλό μου το
ευ ζην