Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ευχαριστηθώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ευχαριστιέμαι
  2. θα ευχαριστηθώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ευχαριστιέμαι