ευρωβουλεύτρια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ευρωβουλεύτρια < ευρωβουλευτής + -τρια
Ουσιαστικό επεξεργασία
ευρωβουλεύτρια θηλυκό
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ευρωβουλεύτρια
|
ευρωβουλεύτρια θηλυκό
|