επιφυτία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
επιφυτία θηλυκό
- (βοτανική): οποιαδήποτε ασθένεια των φυτών που προκαλείται από μικροοργανισμούς.
Σημειώσεις επεξεργασία
- πρόκειται για γενική προσβολή του φυτού όπου και σχετικά γρήγορα μαραίνεται, χαρακτηριστική η περίπτωση σε φοίνικες.
Μεταφράσεις επεξεργασία
επιφυτία
|