Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επινοήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος επινοώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επινοώ
  3. θα επινοήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επινοώ