εκφοβίσουμε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
εκφοβίσουμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκφοβίζω
- θα εκφοβίσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκφοβίζω
εκφοβίσουμε