Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

εκλέξω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκλέγω
  2. θα εκλέξω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκλέγω