Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

εγκαρδιώσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εγκαρδιώνω
  2. θα εγκαρδιώσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εγκαρδιώνω